Η Επενδυτική μας Φιλοσοφία

Η Επενδυτική μας Φιλοσοφία είναι ένας συγκερασμός από ιδέες, αρχές και πεποιθήσεις που χρησιμεύει ως οδηγός για τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε μικροοικονομικό και μακροοικονομικό επίπεδο.
Οι πεποιθήσεις αυτές συνοψίζονται στα παρακάτω:

Οι μεταβολές των τιμών οφείλονται στις αλλαγές των προσδοκιών των επενδυτών σχετικά με το ενδεχόμενο οι παράγοντες κινδύνου τελικά να υλοποιηθούν. Έτσι, οι προβλέψεις στις μεταβολές των τιμών εξαρτώνται από τις προβλέψεις των αλλαγών στις υποκειμενικές πιθανότητες των επενδυτών σχετικά με την εμφάνιση των παραγόντων κινδύνου.

Η παραπάνω παρατήρηση υπονοεί ότι προκειμένου να σχηματίσουμε μία άποψη για τη μελλοντική κατεύθυνση των τιμών πρέπει να είμαστε σε θέση να προβλέψουμε τις μεταβολές στις προσδοκίες της αγοράς σχετικά με την πιθανή εμφάνιση των παραγόντων κινδύνου.
Για το σκοπό αυτό, πρέπει να δημιουργήσουμε μια γέφυρα μεταξύ των υποκειμενικών πιθανοτήτων και των διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τα θεμελιώδη στοιχεία της αγοράς όπως η οικονομική δραστηριότητα, ο πληθωρισμός, η δυναμική του χρέους, η νομισματική πολιτική, οι ροές κεφαλαίων, οι δημοσιονομικές δαπάνες και η κερδοφορία των επιχειρήσεων τόσο στις αναπτυγμένες όσο και στις αναδυόμενες οικονομίες.

Η κατανομή περιουσιακών στοιχείων μεταξύ των διαφορετικών κατηγοριών επενδύσεων (Asset Allocation) σε μια δεδομένη χρονική στιγμή αντικατοπτρίζει την απόφαση κατανομής του επενδυτικού κεφαλαίου στις βασικές κατηγορίες επενδύσεων δηλαδή μετοχές, ομόλογα και μετρητά. Εναλλακτικά, η κατανομή περιουσιακών στοιχείων προσδιορίζει τα ποσοστά επενδύσεων που αντιστοιχούν σε κάθε χρονική περίοδο στις κύριες κατηγορίες επενδύσεων που αναφέρονται παραπάνω.
Τα ποσοστά αυτά μπορεί να μεταβάλλονται (και ως εκ τούτου να διαφέρουν) διαχρονικά. Εάν τα ποσοστά αυτά διαφοροποιούνται μέσα στο χρόνο (time varying) με έναν ενεργό τρόπο τότε αναφερόμαστε σε μια Ενεργή Δυναμική Κατανομή Επενδύσεων (Active Dynamic Asset Allocation). Σε αυτήν την περίπτωση εγείρεται ένα σημαντικό ερώτημα, δηλαδή ποιο είναι το κριτήριο για την αλλαγή της κατανομής μεταξύ της τρέχουσας και της επόμενης περιόδου.
Κατά την άποψή μας, το κριτήριο αυτό βασίζεται αποκλειστικά στην πρόβλεψη του τρόπου με τον οποίο μεταβάλλονται οι προσδοκίες της αγοράς για τους παράγοντες κινδύνου. Εάν αυτές οι προβλέψεις αποδειχθούν σωστές, η απόδοση του χαρτοφυλακίου αποδεικνύεται ικανοποιητική.

Η Ενεργή Δυναμική Κατανομή Επενδύσεων πρέπει να σχεδιαστεί κατά τρόπο που να εξασφαλίζει πειθαρχία, διαφάνεια και αποτελεσματικότητα. Οι επενδυτικές αποφάσεις πρέπει να βασίζονται στη λογική και όχι στο συναίσθημα. Με άλλα λόγια η όποια συναισθηματική εμπλοκή στη λήψη επενδυτικών αποφάσεων πρέπει να αποφεύγεται πάση θυσία. Η αποφυγή των συνηθισμένων παγίδων των επενδυτών (συνήθως αποκαλούμενες «αντιπροσωπευτικές ευρετικές»), όπως το «μεροληπτικό σφάλμα της προβολής του παρελθόντος στο μέλλον», η «μυωπική βραχυπρόθεσμη προοπτική», η «πλάνη του τζογαδόρου» ή η «αγελαία συμπεριφορά», είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια ικανοποιητική απόδοση του υπό διαχείριση χαρτοφυλακίου.

Όλα τα χαρτοφυλάκια πρέπει να είναι επαρκώς διαφοροποιημένα. Η διαφοροποίηση είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να περιοριστεί ο κίνδυνος του χαρτοφυλακίου. Ένα επαρκώς διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο αποτελείται από κατηγορίες επενδύσεων των οποίων οι αποδόσεις έχουν χαμηλές συσχετίσεις μεταξύ τους.
Οι συσχετίσεις αυτές δεν είναι στατικές αλλά μεταβάλλονται διαρκώς. Υπάρχουν περίοδοι στις οποίες οι συσχετίσεις είναι χαμηλές (σε αυτήν την περίπτωση το χαρτοφυλάκιο είναι επαρκώς διαφοροποιημένο) και άλλες στις οποίες οι συσχετίσεις είναι υψηλές (σε αυτήν την περίπτωση το χαρτοφυλάκιο είναι μη-επαρκώς διαφοροποιημένο). Συνεπώς, η παρακολούθηση του επιπέδου της συσχέτισης καθ΄ όλη τη διάρκεια του επενδυτικού ορίζοντα, είναι κομβικής σημασίας για τον έλεγχο και τον περιορισμό του συνολικού κινδύνου του χαρτοφυλακίου.

Η ενεργή επενδυτική μας στρατηγική καθοδηγείται από τις στρατηγικές μας απόψεις σχετικά με το πώς ένα χαρτοφυλάκιο θα είναι διαφοροποιημένο σε κάθε χρονική στιγμή, δεδομένων τόσο των παρόντων όσο και των αναμενόμενων οικονομικών συνθηκών. Έτσι, έχουμε σχεδιάσει τρία χαρτοφυλάκια αναφοράς, το καθένα από τα οποία αντιστοιχεί σε ένα διαφορετικό επίπεδο κινδύνου δηλαδή χαμηλού, μέτριου και υψηλού κινδύνου.
Αυτά τα τρία χαρτοφυλάκια αναφοράς μπορούν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικά για τη «μέση» ή την «μακροπρόθεσμη» άποψή μας για την κατανομή επενδύσεων. Βραχυπρόθεσμα επιτρέπεται να αποκλίνουμε από τα χαρτοφυλάκια αναφοράς (πάντα σε προκαθορισμένα όρια), εάν η απόκλιση αυτή (υπερεπένδυση, υποεπένδυση) υπαγορεύεται από τις προβλέψεις μας για τις προσδοκίες της αγοράς.

Η ακαδημαϊκή έρευνα και η επιστημονική προσέγγιση είναι πολύτιμες πηγές ιδεών και πληροφοριών στην κατασκευή του χαρτοφυλακίου. Η έρευνα και η ανάλυση είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την επιτυχία κάθε ανθρώπινης προσπάθειας και φυσικά οι επενδύσεις δεν αποτελούν εξαίρεση. Ωστόσο, η θεωρητική αυστηρότητα είναι στείρα αν δεν συνδυάζεται με την πρακτική εμπειρία.
Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η αλληλεπίδραση μεταξύ της επιστημονικής κατανόησης και της εμπειρικής αξιολόγησης είναι ο πλέον ενδεδειγμένος δρόμος προς μια επιτυχημένη διαχείριση χαρτοφυλακίου.

Υπάρχουν δύο τρόποι σκέψης όσον αφορά στις επενδυτικές αποφάσεις.
Ο πρώτος τρόπος, που συνήθως αναφέρεται ως top-down προσέγγιση, στοχεύει να αποτιμήσει τις προοπτικές μια οικονομίας, αγοράς ή κλάδου. Για παράδειγμα, εάν οι οικονομικές προοπτικές της Αμερικής φαίνονται καλύτερες από την Ευρώπη, επενδύεται μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου σε Αμερικάνικες μετοχές από ότι σε Ευρωπαϊκές.
Ο δεύτερος τρόπος σκέψης, που συνήθως αναφέρεται ως bottom-up προσέγγιση, επικεντρώνεται στις προοπτικές μεμονωμένων εταιριών και προσπαθεί να επιλέξει μετοχές τις οποίες οι αγορά έχει (προσωρινά) υπο-αποτιμήσει.
Κάθε προσέγγιση, είναι αναποτελεσματική εάν χρησιμοποιηθεί μεμονωμένα, συγκρινόμενη με μία ενιαία προσέγγιση που συνδυάζει τις top-down πληροφορίες με την bottom-up γνώση. Στο πλαίσιο της προσέγγισης αυτής, ερωτήσεις όπως «είναι οι αισιόδοξες προβλέψεις για την αμερικάνικη οικονομία συμβατές με την άποψη των διευθυντικών στελεχών σχετικά με τα μελλοντικά κέρδη και την αύξηση πωλήσεων των εταιριών τους?» πρέπει να απαντώται με σαφήνεια.
Μια τέτοια συνολική προσέγγιση που επιβάλλει “ελέγχους και ισορροπίες” μεταξύ της top-down και bottom-up σχεδιάζεται και υλοποιείται με τη μορφή της επενδυτικής μας διαδικασίας.

Η κατανόηση του κινδύνου είναι απαραίτητη για τον έλεγχο του. Ο κίνδυνος έχει διττή έννοια και ισούται με το γινόμενο της πιθανότητας ενός ριψοκίνδυνου γεγονότος επί τις συνέπειές του.

Τα τυχερά παιχνίδια βασίζονται αποκλειστικά στην τύχη. Οι επενδύσεις βασίζονται στις δεξιότητες του διαχειριστή, οι οποίες με τη σειρά τους εξαρτώνται από τον συνδυασμό πολυετούς πρακτικής εμπειρίας και αναλυτικής ικανότητας.

Η απόδοση της διαχείρισης πρέπει να αποτιμάται και να αξιολογείται διαρκώς σε καθημερινή βάση. Επιπλέον, τα αποτελέσματα της πρέπει σε δεύτερο χρόνο να χρησιμοποιούνται ως δεδομένα, σε μια διαδικασία συνεχούς βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των επενδυτικών αποφάσεων.